Πώς θα υπολογισθούν οι επικουρικές συντάξεις για όσους ασφαλίστηκαν έως 31/12/2013
Αναλυτική εγκύκλιο εξέδωσε το Υπουργείο Εργασίας σε σχέση με τον τρόπο υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων όσων ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά μέχρι 31.12.2013 και καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από 1.1.2015 και εφεξής και συγχρόνως η καταβολή της σύνταξής τους αρχίζει από 1.1.2015 και μετά.
Πιο συγκεκριμένα, η εγκύκλιος αυτή προβλέπει:
Υπολογισμός ποσού επικουρικής σύνταξης για χρόνο ασφάλισης μέχρι 31/12/2014
Για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013, οι οποίοι καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από την 1.1.2015 και εφεξής (και με έναρξη καταβολής της σύνταξης από 1.1.2015 και εφεξής), το ποσό της επικουρικής σύνταξης αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων:
* το (Α) τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους έως 31.12.2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% για κάθε έτος ασφάλισης επί των συντάξιμων αποδοχών κάθε ασφαλισμένου που υπεβλήθησαν σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης (συντάξιμες αποδοχές Χ έτη ασφάλισης Χ 0,45%)
* το (Β) τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2015 και εφεξής υπολογίζεται με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση.
Επίσης, στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με προϋποθέσεις μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, το προβλεπόμενο ποσοστό μείωσης (1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από το όριο ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης μέχρι πέντε έτη) εφαρμόζεται στο (Α) τμήμα της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης μέχρι 31.12.2014.
Το ανωτέρω ποσοστό μείωσης δεν εφαρμόζεται στο (Β) τμήμα της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης από 1.1.2015 και μετά, το οποίο υπολογίζεται με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση ούτε φυσικά στους ασφαλισμένους από 1.1.2014 που συνταξιοδοτούνται πλήρως με το νέο σύστημα.
Προσαύξηση επικουρικής σύνταξης λόγω καταβολής αυξημένων εισφορών ή παράλληλης ασφάλισης
Προβλέπεται, μεταξύ άλλων, προσαύξηση του ποσού της επικουρικής σύνταξης για όσους κατέβαλλαν αυξημένες εισφορές ή είχαν παράλληλη επικουρική ασφάλιση σε περισσότερους του ενός ενταχθέντες στο ΕΤΕΑΕΠ (τ.ΕΤΕΑ) φορείς επικουρικής ασφάλισης.
Αυτό ισχύει για όσους καταθέτουν αίτηση και συνταξιοδοτούνται από το ΕΤΕΑΕΠ από 1.1.2015 και μετά.
Διευκρινίζεται ότι η ανωτέρω προσαύξηση, ήτοι 0,075% ισχύει για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά επί του συντάξιμου μισθού στον οποίο υπολογίστηκε η επιπλέον εισφορά, εφαρμόζεται μόνο στο (Α) τμήμα της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης μέχρι 31.12.2014 και το οποίο υπολογίζεται με το σύστημα καθορισμένων παροχών και με ετήσιο ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% για κάθε έτος ασφάλισης επί του συντάξιμου μισθού .
Για χρόνο ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής (για τους ασφαλισμένους από την 1.1.2014) και για χρόνο ασφάλισης από 1.1.2015 και εφεξής (για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013 που καταθέτουν αίτηση και συνταξιοδοτούνται από 1.1.2015), δεν εφαρμόζονται γενικές διατάξεις για μείωση ή προσαύξηση του ποσού της επικουρικής σύνταξης, καθώς κατά τον υπολογισμό της σύνταξης με το σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης λαμβάνονται υπόψη το ύψος των συσσωρευμένων ασφαλιστικών εισφορών στην ατομική μερίδα του ασφαλισμένου και το προσδόκιμο ζωής κατά τη συνταξιοδότηση.
Συντάξιμες αποδοχές αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών
Για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, ως συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του (Α) τμήματος της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε χρόνο ασφάλισης μέχρι και 31.12.2014, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του ασφαλισμένου, το οποίο υπόκειται σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης για το χρονικό διάστημα από 1.1.2002 έως και 31.12.2014.
α. Ως εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα (από το έτος 2002 έως και το έτος 2014). Στο ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε ασφαλισμένο συνυπολογίζεται, όπου υπήρχε, και η ασφαλιστική εισφορά που έχει καταβληθεί από τον εργοδότη. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται και οι μισθωτοί ασφαλισμένοι που χαρακτηρίζονται ως αμειβόμενοι με κυμαινόμενες αποδοχές, απασχολούμενοι σε συγκεκριμένες κατηγορίες και ειδικότητες (πχ μπάρμαν), οι οποίοι κατατάσσονταν μέχρι 31.12.2016 σε Ασφαλιστικές Κλάσεις Τεκμαρτών Ημερομισθίων και οι εισφορές τους υπολογίζονταν επί αυτών των κλάσεων. Οι μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές τους υπολογίζονται, συνεπώς, ως το γινόμενο των κατά μήνα ημερών ασφάλισης επί το τεκμαρτό ημερομίσθιο που αντιστοιχεί στο έτος αναφοράς.
β. Για τους ασφαλισμένους με ποσό εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης που προκύπτει ανάλογα με την αξία ή την ποσότητα επί των αγοραζομένων ή πωλουμένων προϊόντων, ως συντάξιμες αποδοχές – ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα νοείται ο μέσος όρος μηνιαίων τεκμαρτών αποδοχών που προκύπτουν από την αναγωγή των πραγματικά καταβληθεισών μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών, των ετών 2002 έως και 2014, θεωρώντας ως ποσοστό εισφοράς το 6% γ. Για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος, αναπροσαρμοζόμενο κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔτΚ) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Συντάξιμες αποδοχές τουλάχιστον 5 ετών –πλασματικοί χρόνοι
Αν για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών σύμφωνα με τα ανωτέρω δεν προκύπτουν ασφαλιστικά στοιχεία 8 από πραγματικό ή πλασματικό χρόνο ασφάλισης ή από προαιρετική ασφάλιση, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών από 1.1.2002 μέχρι και 31.12.2014, τότε για τον υπολογισμό του (Α) τμήματος της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης έως και 31.12.2014, αναζητούνται τα ασφαλιστικά στοιχεία και κατά το πριν το έτος 2002 χρονικό διάστημα μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά πέντε (5) ετών.
Ως συντάξιμες αποδοχές που αφορούν χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, ύστερα από την καταβολή του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε το μηνιαίο μισθό – εισόδημα, αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης.
Σημειώνεται ότι οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται στο αρχικό ποσό εξαγοράς, πριν την εφαρμογή τυχόν έκπτωσης που παρέχεται σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής του ποσού. Επίσης, το ποσό των συνταξίμων αποδοχών, που αφορούν το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται ως πλασματικός, θα ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό του (Α) τμήματος της επικουρικής σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης από 1.1.2002 έως και 31.12.2014, εφόσον η αίτηση αναγνώρισης έχει υποβληθεί κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ήτοι από 1.1.2002 έως και 31.12.2014 και θα αναπροσαρμοστεί με βάση τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔτΚ) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης β.α.δ προβλέπεται ρητά ότι οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά (π.χ. χρόνος επιδότησης λόγω ασθένειας και χρόνος επιδότησης λόγω τακτικής ανεργίας) δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού του ανωτέρω (Α) τμήματος της επικουρικής σύνταξης.
Γενικές παρατηρήσεις επί των συντάξιμων αποδοχών
1. Οι συντάξιμες αποδοχές αναπροσαρμόζονται έως και το προηγούμενο της συνταξιοδότησης έτος.
2. Στην περίπτωση μισθωτών ασφαλισμένων που έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές επί των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, για τον καθορισμό των συντάξιμων αποδοχών συνυπολογίζονται και οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί επί των ποσών αυτών, και θεωρείται ότι προσαυξάνουν τις μηνιαίες αποδοχές του μήνα που καταβλήθηκαν.
3. Σε περίπτωση που δεν συμπληρώνεται ακέραιος αριθμός ετών ασφάλισης για το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2014, για παράδειγμα ο ασφαλισμένος συμπληρώνει 30 έτη ασφάλισης 6 μήνες και 10 ημέρες ασφάλισης, για το χρονικό διάστημα πέραν του πλήρους έτους, δηλαδή για το διάστημα των 6 μηνών και 10 ημερών (6 Χ 25 + 10 = 160 ημέρες), λαμβάνει αναλογία του ποσοστού αναπλήρωσης, θεωρώντας ότι το έτος αντιστοιχεί σε 12 μήνες και κάθε μήνας σε 25 ημέρες ασφάλισης, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση το ποσοστό αναπλήρωσης, που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης μέχρι και 31.12.2014, καθορίζεται σε 13,74% (0,45% Χ 30 + 0,45% Χ 160/300).