Ο ΝΕΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ..........

Συναδέλφισσες, Συνάδελφοι,

Ο Νόμος για την απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς βρίσκεται σε τελικό στάδιο. Ήδη πέρασε από την αρμόδια Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής και ακολουθεί η κατάθεση του στην Ολομέλεια της για ψήφιση.

Στο πλαίσιο της ενημέρωσης και της επικοινωνίας μαζί σας, σας παραθέτουμε τις τελικές προτάσεις της Ομοσπονδίας μας επί του τελικού Σχεδίου Νόμου και την δεύτερη επιστολή που αποστείλαμε στους Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου και τα κόμματα.

 


ΕΠΙΣΤΟΛΗ


Κυρίες & Κύριοι Βουλευτές,

Με αφορμή την επικείμενη ψήφιση του νομοσχεδίου «Ρύθμιση λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς, θεμάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις», σε συνέχεια της παρέμβασής μας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής κατά την διάρκεια της πρώτης ανάγνωσής του και τις βασικές παρατηρήσεις επί του Σ.Ν. Περί Ταχυδρομικών Υπηρεσιών που σας γνωστοποιήσαμε, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Ταχυδρομικών, για πληρέστερη ενημέρωσή, σας κοινοποιεί επισυναπτόμενο στο παρόν, αναλυτικά τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις της για τα άρθρα που αφορούν το τελικό σχέδιο νόμου για τη λειτουργία της ταχυδρομικής αγοράς. Παρατηρήσεις και προτάσεις τις οποίες εάν δεν λάβετε υπόψη θα οδηγήσετε με μαθηματική ακρίβεια αφενός μεν τα ΕΛΤΑ στην απαξίωση, αφετέρου δε την χώρα και ιδιαιτέρως την ύπαιθρο σε στέρηση σύγχρονων και αξιόπιστων ταχυδρομικών υπηρεσιών και υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.


Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Αμετακίνητη θέση μας παραμένει η αναστολή της εφαρμογής της 3ης Ταχυδρομικής Οδηγίας της Ε. Ε., για δύο τουλάχιστον χρόνια, μέχρι να ξεπεράσει η χώρα μας την κρίση και να βρεθεί τρόπος, ώστε :

 Να αναδειχθούν οι κοινωνικές επιπτώσεις της απελευθέρωσης
 Να εξασφαλιστούν οι απαραίτητες και προβλεπόμενες εργασιακές συνθήκες σε όλη την ταχυδρομική αγορά
 Να υπάρξει εγγύηση της χρηματοδότησης των καθολικών υπηρεσιών
 Να προσανατολιστεί ο ανταγωνισμός στην ποιότητα των υπηρεσιών και την καινοτομία και όχι μόνο στην συμπίεση του κόστους και την υποβάθμιση των υπηρεσιών.

Τα παραδείγματα που έχουμε από τις χώρες που εφάρμοσαν την απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς είναι αναμφισβήτητα και ενδεικτικά ως προς τη ραγδαία υποβάθμιση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, των εργασιακών συνθηκών και της απώλειας θέσεων εργασίας.

Θέλουμε να λάβετε υπόψη σας την πολύπλευρη σπουδαιότητα του ΕΛΤΑ, ως φορέα βασικής υποδομής του κράτους, την συνεισφορά του πέραν της επικοινωνίας και στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή όλης της επικράτειας.

Σας καλούμε ν’ αναλογιστείτε την οικονομική συγκυρία, τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της χώρας μας, το περιβάλλον της ταχυδρομικής αγοράς και τις αρνητικές επιπτώσεις που θα προκαλέσει η απόφασή σας τόσο στην εξυπηρέτηση των πολιτών όσο και στη ζωή των εργαζομένων.

 

 

                                                ΓΙΑ ΤΗΝ Ε. Ε.
 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                      Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ                                    ΜΠΑΚΕΛΛΑΣ ΗΛΙΑΣ

 

 

 

 

Προτάσεις επί του Σχεδίου Νόμου

 

Άρθρο 5
Αρμοδιότητες Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων


Παράγραφος 1 - Εδάφιο κε

Συμπληρώνεται στο τέλος της παραγράφου το :

«Η σχετική έγκριση παρέχεται εντός μηνός από την υποβολή τους. Σε περίπτωση παρέλευσης της ανωτέρω προθεσμίας, η έγκριση της Ε. Ε. Τ. Τ. τεκμαίρεται ότι έχει παρασχεθεί.

Αιτιολογία

Σε ένα περιβάλλον πλήρους απελευθέρωσης ο Φορέας Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας πρέπει να έχει ανάλογη με τους ανταγωνιστές του δυνατότητα γρήγορης προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της αγοράς.


Άρθρο 6
Περιεχόμενο και ποιότητα Καθολικής Υπηρεσίας

Παράγραφος 8

Α) Διαγράφεται η λέξη «γενικευμένα»

Β) Μετά τη λέξη ελλιπή προστίθεται το : «…. ή χωρίς μοναδικές ονομασίες οδών».

Γ) Διαγράφεται το : … οι παροχές εγκατάστασης των γραμματοθυρίδων εγκρίνονται από την Ε. Ε. Τ. Τ.

Αιτιολογία

Οι περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι δυνατή η κατ΄οίκον διανομή πρέπει να καθορίζονται με σαφήνεια και να περιορίζονται τα περιθώρια ερμηνειών από τον Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας, τους χρήστες ή την Ε. Ε. Τ. Τ. , με δεδομένο ότι μεταβολές στον τρόπο διανομής έχουν μεγάλη επίπτωση στο κόστος παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας. Σημειώνεται ότι η διανομή αντιπροσωπεύει το 55 % του κόστους διαχείρισης των ταχυδρομικών αντικειμένων.

Άρθρο 7
Παροχή Καθολικής Υπηρεσίας


Α) Παράγραφος 2 – Εδάφιο τελευταίο
Αντικαθίσταται όπως το Σχέδιο Νόμου – στήλη 1, ήτοι:

Ο έλεγχος της τήρησης των όρων της σύμβασης πραγματοποιείται από την Ε. Ε. Τ.Τ. και η επιβολή των κυρώσεων αποκλειστικά από τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ύστερα από εισήγηση της Ε. Ε. Τ. Τ.

Αιτιολογία

Αντικείμενο της ρύθμισης είναι ο ορισμός του αρμόδιου οργάνου για την επιβολή κυρώσεων σε βάρος του φορέα καθολικής υπηρεσίας. Ως αρμόδιο όργανο ορίζεται ο Υπουργός Υποδομών. Το ζήτημα δεν ρυθμίζεται στην κοινοτική οδηγία. Η κοινοτική ρύθμιση (άρθρο 22) ορίζει ότι: "Τα κράτη μέλη τα οποία διατηρούν την κυριότητα ή τον έλεγχο φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εξασφαλίζουν τον ουσιαστικό διαρθρωτικό διαχωρισμό των κανονιστικών λειτουργιών από τις δραστηριότητες που έχουν σχέση με την κυριότητα ή τον έλεγχο. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν ως συγκεκριμένο καθήκον την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, ιδίως με τη δημιουργία διαδικασιών παρακολούθησης και κανονιστικών διαδικασιών ώστε να εξασφαλισθεί η παροχή της καθολικής υπηρεσίας. Δύνανται επίσης να επιφορτισθούν με τη διασφάλιση της τήρησης των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των ταχυδρομείων". Εκ της ως άνω ρύθμισης δεν μπορεί, εντούτοις, να συναχθεί ότι η αρμοδιότητα περί επιβολής κυρώσεων πρέπει να αναγνωρισθεί στην ΕΕΤΤ. Τούτο δε για τους ακόλουθους λόγους: α) η αναφερόμενη στην κοινοτική ρύθμιση "εξασφάλιση της συμμόρφωσης" δεν καταλαμβάνει ούτε κατά λογική ούτε κατά νομική αναγκαιότητα την επιβολή κυρώσεων. Η επιβολή κυρώσεων είναι μια τελείως διαφορετική διαδικασία. Πολύ περισσότερο που η ίδια η ρύθμιση ερμηνεύει την υποχρέωση "εξασφάλισης της συμμόρφωσης" ως δημιουργία διαδικασιών παρακολούθησης, β) Μεταξύ του Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας και του Υπουργείου Μεταφορών δεν υπάρχει σχέση εξάρτησης κατά την έννοια της οδηγίας καθώς όλα τα μετοχικά δικαιώματα ασκούνται από το Υπουργείο Οικονομικών (πλην των δικαιωμάτων ψήφου τα οποία ασκούνται από το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας), γ) Στελέχη του Υπουργείου μεταφορών δε συμμετέχουν αλλά ούτε καθορίζουν τη δραστηριότητα του Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας, δ) Η δράση του Υπουργού Μεταφορών διέπεται κατά νόμο από την αρχή της νομιμότητας και της αμεροληψίας και ε) Ως προς το Φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας έχει ήδη αποφασισθεί η έναρξη διαδικασίας αποκρατικοποίησής του, μη εφαρμοζομένων επ' αυτού των διατάξεων περί δημοσίου τομέα. Υπό αυτό το πρίσμα η αναγνώριση αρμοδιότητας επιβολής κυρώσεων στον Υπουργό Μεταφορών δεν έρχεται σε αντίθεση με την κοινοτική οδηγία. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι μέχρι σήμερα η αρμοδιότητα επιβολής κυρώσεων σε βάρος του φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας ανήκε στον Υπουργό Υποδομών.

Β) Παράγραφος 3 το :

{Ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων δύναται να επανεξετάζει, μετά από εισήγηση της Ε. Ε. Τ. Τ. και τουλάχιστον ανά εξαετία, τους όρους και τον τρόπο παροχής της καθολικής υπηρεσίας, δυνάμενος να ζητήσει επαναδιαπραγμάτευση σχετικών όρων της σύμβασης ανάθεσης. }

Αντικαθίσταται σε :

«Ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων δύναται να αξιολογεί ανά εξαετία τους όρους παροχής της καθολικής υπηρεσίας, δυνάμενος να ζητήσει σχετικές τροποποιήσεις του Συμβολαίου Διοίκησης της καθολικής υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη τον απαιτούμενο χρόνο για τη σχετική προσαρμογή του Φορέα Παροχής Καθολικών Υπηρεσιών».

Αιτιολογία

Η οδηγία δεν αναφέρεται στο όργανο που ορίζει το φορέα παροχής καθολικής ταχυδρομικής. Παρ' ημίν το όργανο αυτό είναι ο Υπουργός Υποδομών. Με βάση δε γενική αρχή του διοικητικού δικαίου στο ίδιο όργανο θα πρέπει να αναγνωρισθεί ως actus contrarius αφενός μεν η αρμοδιότητα αξιολόγησης του φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας, αφετέρου δε η δυνατότητα τροποποίησης του Συμβολαίου Διοίκησης. Στο προοίμιο της κοινοτικής οδηγίας (αρ. 23) αναφέρεται, άλλωστε, σχετικά ότι: "Εφόσον κράτος μέλος αποφασίσει να ορίσει μία ή περισσότερες επιχειρήσεις για την παροχή καθολικής υπηρεσίας ή για την παροχή των ποικίλων συνιστωσών της καθολικής υπηρεσίας, πρέπει να διασφαλισθεί η επιβολή των απαιτήσεων περί ποιότητας της καθολικής υπηρεσίας στους φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας κατά τρόπο διαφανή και αναλογικό". Ζητούμενο είναι, δηλαδή, κατά την κοινοτική οδηγία, η ουσιαστική εφαρμογή των σχετικών ρυθμίσεων και όχι η διαδικασία - το όργανο που θα προβεί σε υλοποίησή τους. Ισχύουν και εδώ όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω σχετικά με την παρ. 2

 

Άρθρο 8
Χρηματοδότηση Καθολικής Υπηρεσίας


Α) Παράγραφος 1

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται όπως το σχέδιο Νόμου – στήλη 1, ήτοι :

« Το καθαρό κόστος παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας επιβαρύνει το Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας κατά το μέρος Παροχής Ταχυδρομικών Υπηρεσιών πέραν της Καθολικής Υπηρεσίας, τους Φορείς Παροχής Ταχυδρομικών Υπηρεσιών και τον κρατικό προϋπολογισμό».


Αιτιολογία

Ο επιμερισμός του καθαρού κόστους παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας στον ίδιο τον πάροχο της Καθολικής Υπηρεσίας ακυρώνει στην πράξη το άρθρο 8. Πρακτικά, εάν υπάρχει τέτοιο κόστος, ο πάροχος καλείται να το αναλάβει ο ίδιος.
Επομένως, η προτεινόμενη ρύθμιση οδηγεί με βεβαιότητα σε μη βιώσιμη παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας.

Β) Παράγραφος 2 - Συμπληρώνεται στο τέλος το :

«…….λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων τη γεωμορφολογική κατανομή και τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες (π. χ. απομακρυσμένα νησιά και ορεινές περιοχές) των όγκων που διακινούν.

Αιτιολογία

Κατά τον επιμερισμό του μέρους του καθαρού κόστους που επιβαρύνει τους Φορείς Παροχής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη αν επικεντρώνουν τη δραστηριότητα τους στα πιο προσοδοφόρα τμήματα της ταχυδρομικής αγοράς (π.χ. Αθήνα, Θεσσαλονίκη) ή και μόνο στους μεγάλους πελάτες (π. χ. ΔΕΚΟ, Τράπεζες, κ. λ. π.).

Γ) Παράγραφος 5 - Νέα παράγραφος

Για παροχή πρόσθετων υπηρεσιών πέραν των υποχρεώσεων της Καθολικής Υπηρεσίας, όπως η διανομή συντάξεων και ενταλμάτων σε αγροτικές, ορεινές και νησιωτικές περιοχές, οι πρόσθετες αυτές υπηρεσίες δεν υπόκεινται σε μηχανισμούς αποζημίωσης που να απαιτούν την συνεισφορά των λοιπών φορέων ταχυδρομικών επιχειρήσεων, αλλά δύναται να παρέχεται η δυνατότητα χρηματοδότησης αυτών των υπηρεσιών σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων (σύμφωνα με παράγραφο 30 της Οδηγίας).


Αιτιολογία


Η προτεινόμενη ρύθμιση επαναλαμβάνει ουσιαστικά τα αναφερόμενα στο προοίμιο της οδηγίας (αρ. 30), όπου ορίζεται ότι: "Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίζουν να καταστήσουν προσιτές στο κοινό, στην επικράτειά τους, πρόσθετες ή συμπληρωματικές υπηρεσίες, πέραν όσων αφορούν τις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας κατά την παρούσα οδηγία, όπως η διανομή συντάξεων και ταχυδρομικών ενταλμάτων πληρωμής σε αγροτικές περιοχές, οι εν λόγω υπηρεσίες δεν πρέπει να υπόκεινται σε μηχανισμούς αποζημίωσης που να απαιτούν τη συνεισφορά συγκεκριμένων επιχειρήσεων. Κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη δύνανται να παρέχουν χρηματοδότηση για τέτοιες πρόσθετες υπηρεσίες σύμφωνα με τους κανόνες της συνθήκης περί κρατικών ενισχύσεων". Ουσιαστικά η ρύθμιση: α) ορίζει ότι ο φορέας παροχής της καθολικής υπηρεσίας δύναται να παρέχει και πρόσθετες υπηρεσίες ΓΟΣ, β) οι λοιπές ταχυδρομικές επιχειρήσεις δεν είναι υποχρεωμένες να συνεισφέρουν σε περίπτωση που οι υπηρεσίες αυτές είναι ελλειμματικές και γ) η χρηματοδότηση των υπηρεσιών αυτών από το δημόσιο δεν πρέπει να έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων.


Άρθρο 9
Τιμολόγηση καθολικής υπηρεσίας


Παράγραφος 1
Αντικαθίσταται όπως σχέδιο Νόμου – στήλη 1, ήτοι :

Παρ. 1 : Τα τιμολόγια των ταχυδρομικών υπηρεσιών που παρέχονται στο πλαίσιο της καθολικής υπηρεσίας πρέπει να είναι προσιτά και κατά το δυνατόν, ν’ αντικατοπτρίζουν το κόστος και την απόσβεση των επενδύσεων των φορέων καθολικής υπηρεσίας, να παρέχουν κίνητρα για την αποτελεσματική και συνεχή παροχή της καθολικής υπηρεσίας.

Αιτιολογία

Το γεγονός ότι τα τιμολόγια του φορέα καθολικής υπηρεσίας πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και την απόσβεση των επενδύσεων στις οποίες έχει προβεί ο φορέας καθολικής υπηρεσίας είναι περίπου αυτονόητο, δικαιολογείται δε από το γεγονός ότι το κόστος των επενδύσεων συμπεριλαμβάνεται στο συνολικό κόστος της καθολικής υπηρεσίας. Υπό αυτό το πρίσμα η ρύθμιση απλά προσδιορίζει για λόγους ασφάλειας των συναλλαγών την έννοια της κοστοστρέφειας των τιμολογίων.

Άρθρο 12
Ειδική άδεια παροχής Ταχυδρομικών Υπηρεσιών


Παράγραφος 1 – Προσθήκη

Η ειδική άδεια αφορά το σύνολο και όχι μέρος της επικράτειας.


Αιτιολογία

Η δυνατότητα καθιέρωσης διαδικασίας χορήγησης άδειας προβλέπεται στο άρθρο 9 της κοινοτικής οδηγίας. Το άρθρο αυτό ορίζει ότι η χορήγηση αδειών μπορεί, μεταξύ άλλων: α) να υπόκειται σε υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας και β) να επιβάλλει σε περίπτωση αιτιολογημένης ανάγκης απαιτήσεις σχετικά με την ποιότητα, τη διαθεσιμότητα και τις επιδόσεις των σχετικών υπηρεσιών. Περαιτέρω, στο άρθρο 4 παρ. 2 της κοινοτικής οδηγίας προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις ως φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας, ώστε να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Στο προοίμιο της οδηγίας, άλλωστε, ρητά αναφέρεται αφενός μεν ότι τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν η καθολική υπηρεσία να παρέχεται στο σύνολο της εθνικής επικράτειας (αρ. 23), αφετέρου δε ότι θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν γενικές και ατομικές άδειες όποτε αυτό είναι δικαιολογημένο και αναλογικό προς τον επιδιωκόμενο στόχο (αρ. 33). Από το συνδυασμό των ως άνω κοινοτικών ρυθμίσεων, αλλά και από τις αναφορές του κοινοτικού νομοθέτη στο προοίμιο της οδηγίας, προκύπτει σαφώς η δυνατότητα του εθνικού νομοθέτη να ορίσει ότι σε περίπτωση που οι παρεχόμενες ταχυδρομικές υπηρεσίες δε διαφέρουν σημαντικά από την καθολική υπηρεσία, η ειδική άδεια αφορά το σύνολο της ελληνικής επικράτειας. Η ρύθμιση αυτή επιδιώκει σκοπό σύμφωνο με την κοινοτική οδηγία. Πρόκειται για τη διασφάλιση της παροχής της καθολικής υπηρεσίας στην ελληνική επικράτεια από συγκεκριμένο φορέα κατά τα οριζόμενα στο νόμο. Πράγματι, η δυνατότητα ταχυδρομικών επιχειρήσεων να παρέχουν καθολικές υπηρεσίες σε μέρος της επικράτειας θα καθιστούσε τη νομοθετική πρόβλεψη άνευ αντικειμένου. Τούτο δε επειδή η ελληνική επικράτεια παρουσιάζει σημαντικές πληθυσμιακές και γεωμορφολογικές ιδιαιτερότητες (60% του πληθυσμού είναι συγκεντρωμένο στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ στη χώρα υπάρχουν αφενός μεν μεγάλοι και δύσβατοι ορεινοί όγκοι αφετέρου δε εκτεταμένα συμπλέγματα νησιών). Επομένως, αν η ειδική άδεια αφορούσε μέρος και όχι το σύνολο της επικράτειας θα δημιουργούνταν ισχυρά οικονομικά αντικίνητρα για την εξυπηρέτηση των απομακρυσμένων και νησιωτικών περιοχών από τις ταχυδρομικές επιχειρήσεις οι οποίες κατά τα λοιπά θα παρείχαν υπηρεσίες που δε θα διέφεραν σημαντικά από την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία. Ενόψει των ανωτέρω, η ρύθμιση είναι απολύτως δικαιολογημένη και σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας.


Άρθρο 19
Θέματα ΕΛΤΑ Α. Ε.


Προσθήκη

Η ΕΛΤΑ Α. Ε. δεν υπάγεται στις διατάξεις που ισχύουν για τις επιχειρήσεις που ανήκουν στο Δημόσιο Τομέα, για όσο χρονικό διάστημα το δημόσιο κατέχει την πλειοψηφία των μετοχών της, η τελευταία υπάγεται στις διατάξεις του κεφαλαίου Β’ του Ν. 3429 / 2005.

Αιτιολογία

Στο πλαίσιο της πλήρους απελευθέρωσης της ταχυδρομικής αγοράς πρέπει να διασφαλιστεί ευέλικτο καθεστώς λειτουργίας του φορέα παροχής καθολικών υπηρεσιών, ώστε να είναι δυνατός ο ανταγωνισμός με τις λοιπές ταχυδρομικές υπηρεσίες. Η έκθεση του Φορέα Παροχής Καθολικών Υπηρεσιών στον ελεύθερο ανταγωνισμό επιβάλει απελευθέρωση του Φορέα Παροχής Καθολικών Υπηρεσιών από τις ρυθμίσεις που ισχύουν για το δημόσιο τομέα. Μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση μπορεί να υπάρξει ανταγωνισμός επί ίσοις όροις.
Με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, η ΕΛΤΑ Α. Ε. έχει βέβαια παύσει να υπάγεται στις διατάξεις που ισχύουν για τις επιχειρήσεις που ανήκουν στο δημόσιο τομέα (άρθρο 14 Ν. 2867 / 00), υπάγεται δε στις διατάξεις του κεφαλαίου Β’ του Ν. 3429/2005. Η ρύθμιση αυτή πρέπει, εντούτοις, να επιβεβαιωθεί νομοθετικά εκ νέου. Και αυτό γιατί ενόψει της σημαντικής νομοθετικής παραγωγής το τελευταίο χρονικό διάστημα αλλά και της ασάφειας σχετικά με το χρόνο και τρόπο αποκρατικοποίησης της ΕΛΤΑ Α. Ε., μπορεί να δημιουργηθεί αβεβαιότητα και ανασφάλεια ως προς το νομικό καθεστώς που διέπει τη λειτουργία της συγκεκριμένης εταιρίας , γεγονός που με τη σειρά του μπορεί να επιφέρει εμπλοκές στη λειτουργία και την εμπορική της δραστηριότητα.